Το έντονο πολεμικό κλίμα, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η συγκέντρωση πολεμικών δυνάμεων στην Μεσόγειο, οι χιλιάδες απώλειες ανθρωπίνων ζωών, τα εκατομμύρια νέοι πρόσφυγες στην Ευρώπη και αυτή τη φορά διαμορφώνουν ένα περιβάλλον βαρβαρότητας για τις κοινωνίες και για τους/τις εργαζόμενους/ες.
Οι ιμπεριαλιστικές καινούργιες και παλιές πολιτικές πλήττουν το αγαθό της ειρήνης, την ίδια τη ζωή δεκάδων χιλιάδων πολιτών, δυναμιτίζουν την πρόοδο των λαών. Αγωνιζόμαστε κατά του πολέμου. Καμιά εμπλοκή της Ελλάδας σε οποιαδήποτε μορφή πολέμου.
Ως παιδαγωγοί οφείλουμε να υπερασπιστούμε τις ανθρωπιστικές ιδέες και τα ιδεώδη της ειρήνης. Να αναπτύξουμε δράσεις για την ανάπτυξη της αντιπολεμικής παιδείας στα σχολεία.
Στη χώρα μας εφαρμόζονται δέκα και πλέον έτη σκληρές περιοριστικές πολιτικές, που έχουν εξουθενώσει σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Επιπροσθέτως, την τελευταία διετία η χώρα πλήττεται από μία πρωτοφανή υγειονομική κρίση, την οποία η κυβέρνηση απέτυχε να διαχειριστεί επιτυχώς. Στον χώρο της εκπαίδευσης υποχρέωσε τους εκπαιδευτικούς να εργαστούν σε αντίξοες συνθήκες και έθεσε σε κίνδυνο την υγεία της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Η ανεργία και η ακρίβεια δοκιμάζουν με τον πιο απόλυτο τρόπο την επιβίωση των οικογενειών. Η κυβέρνηση εξακολουθεί να εφαρμόζει ένα σκληρό και άκαμπτο οικονομικό πρόγραμμα, παραγνωρίζοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, δυσκολίες που γίνονται ακόμα μεγαλύτερες εξαιτίας των διεθνών κερδοσκόπων, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τον πόλεμο στην Ουκρανία, για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους. Οι μεγάλες αυξήσεις στα καύσιμα, στην ενέργεια και στα είδη διατροφής ταλανίζουν μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας και σίγουρα τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων εκπαιδευτικών. Οι όποιες ελαφρύνσεις εξαγγέλθηκαν από την κυβέρνηση είναι σταγόνα στον ωκεανό και δεν βελτιώνουν κατ’ ελάχιστον την καθημερινότητα του μέσου πολίτη. Παρά τη δυσμενή διεθνή συγκυρία, Δ.Ν.Τ. και Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμμένουν στις νεοφιλελεύθερες επιλογές τους. Η Έκθεση Πισσαρίδη επιχειρεί να δώσει στις δυνάμεις της αγοράς τμήματα της δημόσιας εκπαίδευσης. Το εφιαλτικό σενάριο της εμπλοκής των Δήμων στη συνολική διαχείριση των σχολείων έρχεται όλο και πιο κοντά.
Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ακολουθεί συνειδητά μία πολιτική απαξίωσης του Δημοσίου σχολείου και του εκπαιδευτικού. Είναι ξεκάθαρο ότι αδιαφορεί για την προσφορά των εκπαιδευτικών και στοχεύει στην εκχώρηση μέρους του εκπαιδευτικού έργου στον ιδιωτικό τομέα.
Η ιδιωτική εκπαίδευση προβάλλεται και υπηρετείται συνεχώς και με θέρμη από το Υπουργείο Παιδείας. Η εξίσωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων αποφοίτων ιδιωτικών κολλεγίων και αποφοίτων δημόσιων πανεπιστημίων είναι το πιο σκληρό πλήγμα στη δημόσια εκπαίδευση από τη Μεταπολίτευση έως σήμερα.
Η Υπουργός Παιδείας ακολουθώντας μία συνεπή πολιτική απαξιώνει τα συνδικάτα της εκπαίδευσης και αρνείται τον διάλογο με τους εκπροσώπους των εκπαιδευτικών, νομοθετεί αιφνιδιαστικά, και καταφεύγει στη δικαιοσύνη, για να ακυρώσει αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Αντίθετα, είναι ιδιαίτερα δεκτική στις προτάσεις των σχολαρχών και των ιδιωτών, που δραστηριοποιούνται στον χώρο της εκπαίδευσης.
Δεν μας προκαλεί εντύπωση ότι και τo σύστημα αυτοαξιολόγησης, που επέβαλλε με αυταρχικό τρόπο η Υπουργός Παιδείας , είναι ένα απόλυτα γραφειοκρατικό τερατούργημα, που έχει οδηγήσει στην αποθέωση της γραφειοκρατίας στην εκπαίδευση και έχει επιτείνει την εργασιακή εξουθένωση των εκπαιδευτικών. Είναι δεδομένο ότι δεν παράγει κανένα εκπαιδευτικό αποτέλεσμα, αλλά δημιουργήθηκε από τους καρεκλοκένταυρους του ΙΕΠ, που επιδιώκουν να περάσουν στην εκπαίδευση πολιτικές αποτυχημένες και καταδικασμένες από τον κλάδο. Είναι απόλυτα λογικό το σύστημα αυτό να έχει προκαλέσει δικαιολογημένες διαμαρτυρίες, αλλά και ανησυχία στον εκπαιδευτικό κόσμο για τις πραγματικές προθέσεις του. Είναι προφανές ότι το συγκεκριμένο σύστημα δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Εδώ και δεκαετίες η ΟΛΜΕ, με βάση τις συνεδριακές της αποφάσεις, έχει συγκεκριμένες θέσεις για την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων.
Μία αποτίμηση, που θα έχει συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς στόχους, δεν θα είναι γραφειοκρατική και τιμωρητική, ούτε για τους εκπαιδευτικούς ούτε για τις σχολικές μονάδες και δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τη Διοίκηση σε βάρος των εργαζομένων. Μια καθαρά εσωτερική, ανατροφοδοτική διαδικασία, χωρίς ποσοτικούς δείκτες και δημοσιοποίηση εκθέσεων, προκειμένου να αποφεύγεται η κατηγοριοποίηση και η χειραγώγηση.
Η μακρά διακοπή της διά ζώσης λειτουργίας των σχολείων, λόγω της πανδημίας, δημιούργησε σοβαρότατα προβλήματα στην εκπαιδευτική διαδικασία, προκάλεσε τεράστια μαθησιακά κενά και ενίσχυσε την σχολική παραβατικότητα και βία. Μάλιστα, πολλές φορές και κατά των εκπαιδευτικών.
Η πλήρης εγκατάλειψη του σχολείου και των εκπαιδευτικών, η παντελής απουσία μέτρων για την κάλυψη του μαθησιακού και μορφωτικού κενού των μαθητών/μαθητριών για τα δύο χρόνια «θεσμικής υποεκπαίδευσης», η ενίσχυση της μεταγυμνασιακής κατάρτισης και η απογύμνωση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, η ιδιωτικοποίηση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, οι συνεχείς διοικητικές πράξεις περιστολής της παιδαγωγικής ελευθερίας μας, η επιβολή λειτουργιών αδιαφάνειας με την παύση των δημοκρατικά εκλεγμένων αιρετών μας από τα Υπηρεσιακά Συμβούλια, οι μισθοί – επιδόματα που αμαυρώνουν την ίδια την αξιοπρέπειά μας και κυρίως τον μορφωτικό ρόλο του σχολείου, η πλήρης αδιαφορία για τα πολλαπλά εργασιακά προβλήματα του κλάδου μας, η συνολική αντιεκπαιδευτική και αντιμεταρρυθμιστική πολιτική του Υπουργείου Παιδείας οδηγούν τη δημόσια παιδεία σε απαξίωση.
Μισθολογικά η υποβάθμιση του κλάδου εντείνεται από την ακρίβεια και την άνοδο του πληθωρισμού που υπολογίζεται από το ίδιο το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής σε πάνω από 10%. Η απαξίωση από την Πολιτεία, εκφράστηκε πρόσφατα με την εφάπαξ πενιχρή επιδότηση των 200 ευρώ για την αγορά τεχνολογικού εξοπλισμού. Ουσιαστικά το ΥΠΑΙΘ θεωρεί ότι με αυτό το φιλοδώρημα -που δεν έχει δοθεί ακόμη- λύνει όλα τα προβλήματα για την εξυπηρέτηση των αναγκών της εξ αποστάσεως διδασκαλίας.
Η καθυστέρηση στην απόδοση των συντάξεων δυσχεραίνει τη ζωή των συνταξιούχων εκπαιδευτικών που περιμένουν ακόμη και πάνω από δύο χρόνια με πενιχρή προσωρινή σύνταξη, συνοδεύεται μάλιστα από την αβεβαιότητα σχετικά με το εάν δικαιούνται να αποχωρήσουν με καθεστώς μειωμένης σύνταξης, όσοι συμπληρώνουν την ηλικία των 56 ή 58 ετών μετά την 1/1/2022!
Οι μισθοί μας, οι συντάξεις μας, η ασφάλισή μας, η σκληρή καθημερινότητα του σχολείου με τα πολλαπλά αντικοινωνικά φαινόμενα και με τα φαινόμενα βίας κατά των εκπαιδευτικών, η υποβάθμιση της ουσιαστικής παιδαγωγικής και μορφωτικής λειτουργίας του σχολείου και η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών, αποτελούν βασικά προβλήματα που απαιτούν άμεση δράση.
Η ελαστικοποίηση της εργασίας μας με την μαζική αύξηση του ποσοστού των αναπληρωτών, που από το παραδοσιακό 10% έχει αγγίξει το 30%, αλλά και ο θεσμός των αναπληρωτών με συμβάσεις τρίμηνης διάρκειας, οι σκληρές συνθήκες εργασίας, που δεν ισχύουν σε κανέναν άλλον τομέα του δημοσίου σε αυτή τη μαζική κλίμακα, τα μειωμένα εργασιακά δικαιώματα, διαμορφώνουν μια θεσμική διχοτόμηση μέσα στον κλάδο μας και αποτελούν στοιχεία που πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε κατά προτεραιότητα.
Σε ότι αφορά στην Τράπεζα Θεμάτων επιχειρείται να εφαρμοστεί φέτος με κάθε τρόπο, παραγνωρίζοντας η πολιτική ηγεσία ότι η φετινή χρονιά κάθε άλλο παρά κανονική μπορεί να χαρακτηριστεί. Η πρόσφατη εγκύκλιος του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου, μετακυλίει την ευθύνη για την ολοκλήρωση της εξεταστέας ύλης αποκλειστικά στους εκπαιδευτικούς, παραβλέποντας το γεγονός ότι υπήρξαν κατά τη διάρκεια αυτής της χρονιάς σοβαρές αμέλειες του υπουργείου στην κάλυψη των εκπαιδευτικών κενών, πολλές απουσίες εκπαιδευτικών και μαθητών/τριών λόγω ασθένειας από covid, αφού η ίδια η κυβέρνηση δεν φρόντισε να εξασφαλίσει τις ελάχιστες συνθήκες για να αποφευχθεί η υπερμετάδοση του ιού στα σχολεία. Ακόμη σε συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα υπήρξε αύξηση ύλης σε βαθμό, που η κάλυψη της θα ήταν δύσκολη ακόμα και σε συνθήκες κανονικότητας.
Η εμμονή για την εφαρμογή της τράπεζας θεμάτων φέτος, έχει να κάνει:
Με την επικοινωνιακή προσπάθεια του Υπουργείου να προβάλλει μία επίπλαστη εικόνα κανονικότητας.
Με την προσπάθεια επιβολής και επίδειξης δύναμης από την πλευρά του Υπουργείου Παιδείας και του ΙΕΠ.
Με την προσπάθεια να ενοχοποιηθεί συνολικά ο κλάδος για τα σφάλματα και τις παραλείψεις της πολιτικής ηγεσίας.
Το ΥΠΑΙΘ αδιαφορώντας πλήρως για τις μαθησιακές και ψυχοπαιδαγωγικές συνέπειες της πανδημίας, όχι μόνο δεν στηρίζει παιδαγωγικά την πιο πολύπαθη γενιά μαθητών/τριών αλλά με μία άκρως ιδεοληπτική εμμονή επιβάλλει την τράπεζα θεμάτων, την ΕΒΕ, την ελληνική «PISA» και την αύξηση της ύλης, μετατρέπει το σχολείο σε εξεταστική αρένα και διαλύει τον παιδαγωγικό ρόλο του σχολείου.
Σήμερα κρίνονται και δοκιμάζονται οι πιο βασικές αξίες που σχετίζονται με την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Μόνο ο δικός μας αγώνας, η ενότητα των δυνάμεών μας, η πάντα αποτελεσματική συλλογική μας δράση είναι δυνατόν να αποτρέψουν τους σχεδιασμούς του Υπουργείου Παιδείας και να προστατεύσουν το Δημόσιο Σχολείο και τους/τις συναδέλφους.
Αγωνιζόμαστε ενάντια στην ξεκάθαρη πρόθεση της κυβέρνησης να καταργήσει τα συνδικάτα, ώστε να συνεχίζει το αντιλαϊκό πρόγραμμά της χωρίς καμία αντίσταση. Αγωνιζόμαστε ενάντια στην απαγόρευση της απεργίας και των διαδηλώσεων και την ωμή παρέμβαση του κράτους στο εσωτερικό των συνδικάτων, που επιχειρείται με το νόμο Χατζηδάκη.
Σε αυτό τον αγώνα κανένας και καμιά εκπαιδευτικός δεν μπορεί να λείπει. Είμαστε αποφασισμένοι/ες να παλέψουμε για τα δίκαια αιτήματά μας. Έχουμε πίστη στις δυνάμεις και στις δυνατότητες του κλάδου μας. Έχουμε ανάγκη την κριτική όλων – την κριτική που ανανεώνει και δυναμώνει τη δράση μας. Η μικροπαραταξιακής έμπνευσης προσπάθεια για διχασμό στο εσωτερικό του κινήματός μας είναι θνησιγενής. Όλοι γνωρίζουμε ποιους εξυπηρετεί.
Οι Σύλλογοι Διδασκόντων, οι ΕΛΜΕ μας, οι συνελεύσεις μας και οι συνεδριάσεις μας, η ανάδειξη των προβλημάτων και των θέσεων του κλάδου μας, η καθολική συμμετοχή όλων μας και η δική μας βασική ευθύνη ως Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΛΜΕ είναι οι παράγοντες που θα καθορίσουν ένα καλύτερο μέλλον για το σχολείο και για τον εκπαιδευτικό.
Μπορούμε να αντισταθούμε στις αντιεκπαιδευτικές πολιτικές του Υπουργείου Παιδείας.
Μπορούμε να φέρουμε στο προσκήνιο την πρότασή μας για δημοκρατική παιδεία και να αγωνιστούμε κατά των ανισοτήτων, που πλήττουν όλο και πιο πολύ τους νέους και τους εργαζόμενους.
Μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα ζωντανό εκπαιδευτικό κίνημα, που θα εμπνέει τους νέους μας στον αγώνα τους για μόρφωση και εργασία σε μία δίκαιη κοινωνία.
Μπορούμε να διαπαιδαγωγούμε και να διδάσκουμε τα αγαθά της παιδείας και της μόρφωσης, της ελευθερίας και της χειραφέτησης, της ειρήνης και της δικαιοσύνης με πίστη στον εαυτό μας και στον κοινωνικό μας ρόλο.
Αιτήματα του κλάδου:
Αιτήματα
Οικονομική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών. Μισθολογικό ξεπάγωμα της διετίας 2016-17. Επαναφορά 13ου και 14ου μισθού. Ενίσχυση των νέων συναδέλφων.
Πλήρη σύνταξη στα 30 χρόνια εργασίας. Καμία μείωση των κύριων και επικουρικών συντάξεων.
Μόνιμοι διορισμοί εκπαιδευτικών για την κάλυψη όλων των πραγματικών κενών με βάση και τα αιτήματα του εκπαιδευτικού κινήματος (μείωση αριθμού μαθητών, όρια συνταξιοδότησης, επαναφορά διδακτικού ωραρίου στο προ του 2013 επίπεδο, επαναφορά της μείωσης ωραρίου των Υπευθύνων εργαστηρίων κλπ) και πλήρη κάλυψη όλων των τρεχουσών αναγκών.
Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους/ες! Δουλειά με πλήρη εργασιακά – ασφαλιστικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα. Εξίσωση δικαιωμάτων μόνιμων αναπληρωτών/τριών. Κατάργηση όλων των νέων μορφών ελαστικής εργασίας, όχι στις τρίμηνες συμβάσεις! Όχι στην καταστρατήγηση του ωραρίου με εργασία εκτός σχολικού ωραρίου (επιμορφώσεις, συνεδριάσεις, εκπαιδευτικοί όμιλοι κλπ).
Κατάργηση της υποχρεωτικής παραμονής των νεοδιόριστων επί διετία στον τόπο διορισμού τους.
Ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο της μεγάλης ακρίβειας, με δεδομένο ότι σημαντικό ποσοστό των εκπαιδευτικών δουλεύει μακριά από τον τόπο μόνιμης διαμονής του και πολλοί μετακινούνται σε διαφορετικά σχολεία, επιβαρυνόμενοι το κόστος μετακίνησης ζητάμε να ληφθούν μέτρα προστασίας του εισοδήματός μας, που είναι δυσανάλογο με το συνεχώς αυξανόμενο κόστος ζωής.
Ανοικτά και ασφαλή σχολεία, με 15 μαθητές/τριες κατ’ ανώτατο όριο στο τμήμα, λόγω της πανδημίας, μαζικά δωρεάν επαναλαμβανόμενα τεστ με την ευθύνη του ΕΟΔΥ για όλους/ες, προσλήψεις προσωπικού στην καθαριότητα. Εξασφάλιση απαραίτητου εκπαιδευτικού προσωπικού και σχολικών αιθουσών για τη λειτουργία τμημάτων με μειωμένο αριθμό μαθητών. Περιορισμός των μετακινήσεων των εκπαιδευτικών σε διαφορετικά σχολεία.
Προστασία των εκπαιδευτικών που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, με απαλλαγή από την δια ζώσης διδασκαλία και δικαίωμα να διδάσκουν εξ αποστάσεως τους μαθητές/τριες που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.
Κατάργηση των αντιεκπαιδευτικών νόμων Κεραμέως (4692/20, 4823/21, 4763/20, 4713/20).
Κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη (4808/21), που περιστέλλει τα εργασιακά και συνδικαλιστικά μας δικαιώματα.
Κατάργηση κάθε νομοθετικής διάταξης που επιτρέπει κάμερα στα σχολεία και on – line μετάδοση των μαθημάτων.
Κατάργηση της ισοτιμίας κολλεγίων-ΑΕΙ.
Να μην εφαρμοστεί η ΕΒΕ και το νέο πλαίσιο εισαγωγής στην Γ/θμια στο σύνολό του (ν.4777/21) Άμεση κάλυψη όλων των κενών θέσεων των Πανεπιστημίων και αύξηση των εισακτέων.
Να μην εφαρμοστεί η Τράπεζα Θεμάτων και η ελληνική «PISA».
Αναμόρφωση των ωρολογίων προγραμμάτων που οδήγησαν στον αφανισμό ολόκληρων επιστημονικών πεδίων δηλαδή των Κοινωνικών Επιστημών και της Καλλιτεχνικής Παιδείας και άμεση επαναφορά της Κοινωνιολογίας.
Επανασχεδιασμός της ύλης και των διδακτικών στόχων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης για την κάλυψη των μορφωτικών κενών των παιδιών εξαιτίας της τηλεκπαίδευσης. Αντισταθμιστικά μέτρα ενίσχυσης των παιδιών σε κάθε σχολείο. Πρόσληψη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών σε κάθε σχολείο για την αντιμετώπιση των ψυχοκοινωνικών συνεπειών της τηλεκπαίδευσης.
Έγκαιρη έναρξη των Τάξεων Υποδοχής και ΔΥΕΠ για τα παιδιά με προσφυγικό υπόβαθρο και των τμημάτων ένταξης. Ειδική μέριμνα επανασύνδεσής με το σχολείο όλων των παιδιών ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, που ενάμιση χρόνο είναι αποκλεισμένα από τη εκπαιδευτική διαδικασία (Ρομά, παιδιά με προσφυγικό υπόβαθρο, έγκλειστοι/ες σε σωφρονιστικά καταστήματα).
Αναβάθμιση του ΠΣΔ και των τεχνολογικών υποδομών των σχολείων, διακοπή της σύμβασης με την cisco και προστασία των προσωπικών δεδομένων μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών